Πεζεύω στα δανικά
Μετάφραση: πεζεύω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
pezefo
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πεζεύω
πεζεύω λεξικό γλώσσας δανικά, πεζεύω στα δανικά
Μεταφράσεις
- πεδιάδα στα δανικά - enkel, slette, klar, tydelig, plain, almindeligt, almindelig, ...
- πεδικλώνω στα δανικά - tur, rejse, fetter, lænke, hindring, Lænken, hindringen
- πεζικό στα δανικά - infanteri, fodfolk, infanteriet, infanterister
- πεζοδρόμιο στα δανικά - fortov, fortovet, sidewalk
Τυχαίες λέξεις
Πεζεύω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: pezefo
Μεταφράσεις: pezefo