Πειραματικός στα δανικά

Μετάφραση: πειραματικός, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
eksperimentel, eksperimenterende, eksperimentelle, eksperimentelt, forsøg
Πειραματικός στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πειραματικός

πειραματικός σχεδιασμός και στατιστικές εφαρμογές στην ψυχολογία, πειραματικός σταθμός τηλεοράσεως, πειραματικός κινηματογράφος, πειραματικόσ χώροσ ανάμεσα, πειραματικός έλεγχος των νόμων του απλού εκκρεμούς, πειραματικός λεξικό γλώσσας δανικά, πειραματικός στα δανικά

Μεταφράσεις

  • πειράζω στα δανικά - drille, tease, drillepind, driller, pirre
  • πειραματίζομαι στα δανικά - forsøg, eksperiment, forsøget, eksperimentet
  • πειρασμός στα δανικά - fristelse, fristelsen, fristelsen til, fristelser, fristende
  • πειρατής στα δανικά - pirat, Pirate, sørøver, pirats
Τυχαίες λέξεις
Πειραματικός στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: eksperimentel, eksperimenterende, eksperimentelle, eksperimentelt, forsøg