Σαρωτικός στα δανικά

Μετάφραση: σαρωτικός, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
fejende, gennemgribende, fejning, fejer, feje
Σαρωτικός στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σαρωτικός

σαρωτικόσ ανασχηματισμόσ μετά την εκταμίευση τησ δόσησ, σαρωτικός λεξικό γλώσσας δανικά, σαρωτικός στα δανικά

Μεταφράσεις

  • σαρκοφάγος στα δανικά - sarkofag, sarkofagen, indkapslingen, sarkofagens
  • σαρκώδης στα δανικά - kødfulde, kødfuld, kødfuldt, kødet, en kødet
  • σαρώνω στα δανικά - feje, sweep, slag, viskerslag, fej
  • σας στα δανικά - du, dit, jer, jeres, dig, din, dine, ...
Τυχαίες λέξεις
Σαρωτικός στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: fejende, gennemgribende, fejning, fejer, feje