Στυφός στα δανικά
Μετάφραση: στυφός, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
sur, bitter, skarp, ætsende, syrlig
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στυφός
στυφός λεξικό γλώσσας δανικά, στυφός στα δανικά
Μεταφράσεις
- στυλοβάτης στα δανικά - grundpille, grundpillen, bærende, grundlaget, bærende kraft
- στυλό στα δανικά - pen, pennen, kuglepen, sti
- στυφότητα στα δανικά - astringens, skarphed, astringency, sammensnerpende fornemmelse
- στόκος στα δανικά - kit, putty, spartelmasse, kittet
Τυχαίες λέξεις
Στυφός στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: sur, bitter, skarp, ætsende, syrlig
Μεταφράσεις: sur, bitter, skarp, ætsende, syrlig