Σύνδεσμος στα δανικά
Μετάφραση: σύνδεσμος, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
bindeord, link, linket, forbindelse, forbindelsen, sammenhæng
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σύνδεσμος
σύνδεσμος εταιρειών φωτοβολταϊκών, σύνδεσμος βιομηχανιών βορείου ελλάδος, σύνδεσμος ελλήνων εμπορικολόγων, σύνδεσμος εθνικής ενότητας, σύνδεσμος ελληνικών κλινικών, σύνδεσμος λεξικό γλώσσας δανικά, σύνδεσμος στα δανικά
Μεταφράσεις
- σύναξη στα δανικά - forsamling, sværm, varslede, bevy, bande
- σύνδεση στα δανικά - forbindelse, tilslutning, forbindelsen, sammenhæng
- σύνδρομο στα δανικά - syndrom, syndromet, syndrome
- σύνεση στα δανικά - forsigtighed, forsigtig, forsigtighed til, udvises forsigtighed
Τυχαίες λέξεις
Σύνδεσμος στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: bindeord, link, linket, forbindelse, forbindelsen, sammenhæng
Μεταφράσεις: bindeord, link, linket, forbindelse, forbindelsen, sammenhæng