Τάφρος στα δανικά

Μετάφραση: τάφρος, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
grøft, dæmning, dige, rende, voldgrav, voldgraven, voldgrave, moat
Τάφρος στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τάφρος

τάφρος κέρμαντεκ, τάφρος μαριάννα, τάφρος του κέρμαντεκ, τάφρος συνώνυμα, ταφρος των μαριανών, τάφρος λεξικό γλώσσας δανικά, τάφρος στα δανικά

Μεταφράσεις

  • τάση στα δανικά - mode, lyst, tilbøjelighed, tendens, trend, udvikling, tendensen, ...
  • τάφος στα δανικά - grav, alvorlig, graven, alvorlige, alvorligt
  • τέλεια στα δανικά - perfekt, helt, fuldt, fuldstændig, fuldt ud
  • τέλειος στα δανικά - perfekt, perfekte
Τυχαίες λέξεις
Τάφρος στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: grøft, dæmning, dige, rende, voldgrav, voldgraven, voldgrave, moat