Τρεκλίζω στα δανικά
Μετάφραση: τρεκλίζω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
vakler, vakle, stagger, forskydning, forskudt
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τρεκλίζω
τρεκλίζω λεξικό γλώσσας δανικά, τρεκλίζω στα δανικά
Μεταφράσεις
- τραχύτητα στα δανικά - ruhed, ruheden, ujævnheder, ujævnhed, ru
- τραύμα στα δανικά - såre, krænke, sår, traumer, traume, hjælp Traume, trauma, ...
- τρελούτσικος στα δανικά - skør, vanvittig, skøre, skørt, tossede, flippet
- τρελός στα δανικά - vanvittig, skør, crazy, skøre, vanvittigt, amok
Τυχαίες λέξεις
Τρεκλίζω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: vakler, vakle, stagger, forskydning, forskudt
Μεταφράσεις: vakler, vakle, stagger, forskydning, forskudt