Υγεία στα δανικά

Μετάφραση: υγεία, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
helbred, sundhed, sundheden, sundheds-, sundhedsmæssige
Υγεία στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: υγεία

υγεία και ασφάλεια στην εργασία, υγεία on line, υγεία και ομορφιά, υγεία νοσοκομείο, υγεία πάνω απ όλα, υγεία λεξικό γλώσσας δανικά, υγεία στα δανικά

Μεταφράσεις

  • υαλώδης στα δανικά - glasagtig, glasagtige, glasagtigt, spejlblanke
  • υβριστικός στα δανικά - udskældende
  • υγιής στα δανικά - sund, rask, sundt, sunde, en sund, raske
  • υγιεινός στα δανικά - sund, sundt, sunde, en sund, raske
Τυχαίες λέξεις
Υγεία στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: helbred, sundhed, sundheden, sundheds-, sundhedsmæssige