Φασαρία στα δανικά
Μετάφραση: φασαρία, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
larm, ballade, ståhej, vrøvl, besvær, dikkedarer
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: φασαρία
ονειροκριτησ φασαρία, φασαρία στην πολυκατοικία, φασαρία συνώνυμο, πολλή φασαρία, φασαρία από γείτονες, φασαρία λεξικό γλώσσας δανικά, φασαρία στα δανικά
Μεταφράσεις
- φαρμακευτικός στα δανικά - farmaceutiske, farmaceutisk, lægemidler, medicinalindustrien, lægemiddelindustrien
- φαρμακοποιός στα δανικά - apoteker, kemiker, apotekeren, Apothecary, apotheker, apotek
- φασιανός στα δανικά - fasan, Pheasant, fasaner, fasanen
- φασισμός στα δανικά - fascisme, fascismen, fascismens
Τυχαίες λέξεις
Φασαρία στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: larm, ballade, ståhej, vrøvl, besvær, dikkedarer
Μεταφράσεις: larm, ballade, ståhej, vrøvl, besvær, dikkedarer