Χειρουργικός στα δανικά

Μετάφραση: χειρουργικός, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
kirurgisk, kirurgiske, operation, kirurgi
Χειρουργικός στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: χειρουργικός

χειρουργικός ευνουχισμός, χειρουργικός ιματισμός, χειρουργικός κόμπος, χειρουργικός φωτισμός, χειρουργικός προβολέας, χειρουργικός λεξικό γλώσσας δανικά, χειρουργικός στα δανικά

Μεταφράσεις

  • χειροτονία στα δανικά - klasse, orden, rang, ordination, koordinering, samordning, koordination, ...
  • χειροτονώ στα δανικά - ordinere, ordinerer, at ordinere, forordner, ordinerede
  • χειρουργός στα δανικά - kirurg, kirurgen, kirurgens
  • χελιδόνι στα δανικά - svale, sluge, synke, at sluge, sluger, at synke
Τυχαίες λέξεις
Χειρουργικός στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: kirurgisk, kirurgiske, operation, kirurgi