Χλευάζω στα δανικά

Μετάφραση: χλευάζω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
Gibe, slidte hånlighed
Χλευάζω στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: χλευάζω

χλευάζω συνώνυμα, χλευάζω ετυμολογια, χλευάζω λεξικό γλώσσας δανικά, χλευάζω στα δανικά

Μεταφράσεις

  • χιτώνας στα δανικά - kjole, tunika, tunic, kjortel, tunika i, bluse
  • χιόνι στα δανικά - sne, sneen, snow
  • χλευασμός στα δανικά - håne, Taunt, hån, spotte
  • χλευαστικός στα δανικά - spottende, hånlig, latterliggørende, nedsættende, spotsk
Τυχαίες λέξεις
Χλευάζω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: Gibe, slidte hånlighed