Χλευαστικός στα δανικά

Μετάφραση: χλευαστικός, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
spottende, hånlig, latterliggørende, nedsættende, spotsk
Χλευαστικός στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: χλευαστικός

χλευαστικός λεξικό γλώσσας δανικά, χλευαστικός στα δανικά

Μεταφράσεις

  • χλευάζω στα δανικά - Gibe, slidte hånlighed
  • χλευασμός στα δανικά - håne, Taunt, hån, spotte
  • χλιαρός στα δανικά - lunken, lunkent, lunkne
  • χλιμιντρίζω στα δανικά - vrinske, vrinskede, vrinsk
Τυχαίες λέξεις
Χλευαστικός στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: spottende, hånlig, latterliggørende, nedsættende, spotsk