Χούφτα στα δανικά

Μετάφραση: χούφτα, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
håndfuld, lille håndfuld, nogle få
Χούφτα στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: χούφτα

χούφτα ζαχαροπλαστικής, χούφτα ή φούχτα, χούφτα με φρένο, χούφτα ξηροί καρποί θερμίδες, χούφτα κοτσαδόρου, χούφτα λεξικό γλώσσας δανικά, χούφτα στα δανικά

Μεταφράσεις

  • χουρμάς στα δανικά - årstal, dato, daddel, chourmas
  • χούλιγκαν στα δανικά - hooligans, hårde kerne af fans, sindssyge hooligans, hooliganer
  • χρέωση στα δανικά - oplade, opkræve, opkræver, debitere, opkræve tillægsgebyrer
  • χρήματα στα δανικά - kontant, penge, pengene, af penge, money
Τυχαίες λέξεις
Χούφτα στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: håndfuld, lille håndfuld, nogle få