Ψαλιδίζω στα δανικά
Μετάφραση: ψαλιδίζω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
klippe, klip, snip, klippet, røverkøb, er klippet
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ψαλιδίζω
ψαλιδίζω λεξικό γλώσσας δανικά, ψαλιδίζω στα δανικά
Μεταφράσεις
- ψίχα στα δανικά - kærne, kerne, marv, sagopalmer, pith, af sagopalmer, marven
- ψίχουλο στα δανικά - krumme, crumb, krummer, krummen, krummestruktur
- ψαλμός στα δανικά - salme, Salmerne, Sl, Psalme, salmen
- ψαρόνι στα δανικά - stær, Starling, Stære, stæren, Starlings
Τυχαίες λέξεις
Ψαλιδίζω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: klippe, klip, snip, klippet, røverkøb, er klippet
Μεταφράσεις: klippe, klip, snip, klippet, røverkøb, er klippet