Ωράριο στα δανικά

Μετάφραση: ωράριο, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
tid, gang, tidspunkt, tiden
Ωράριο στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ωράριο

ωράριο σούπερ μάρκετ, ωράριο ικεα, ωράριο καταστημάτων, ωράριο φαρμακείων, ωράριο καταστημάτων θεσσαλονίκη, ωράριο λεξικό γλώσσας δανικά, ωράριο στα δανικά

Μεταφράσεις

  • ωκεανός στα δανικά - ocean, hav, verdenshav, havet, oceanet, af Ocean
  • ωμός στα δανικά - rå, råsukker, råt, ufortyndede, raa
  • ωραία στα δανικά - bøde, fint, fine, fin, bøden
  • ωραίος στα δανικά - flink, hyggelig, behagelig, rar, god, smuk, smukke, ...
Τυχαίες λέξεις
Ωράριο στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: tid, gang, tidspunkt, tiden