Άναυδος στα εσθονικά
Μετάφραση: άναυδος, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
sõnatu, üllatunud, tummaks löödud, Mykistynyt, Sanaton
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: άναυδος
άναυδος συνώνυμο, άναυδος blog, άναυδος λεξικο, άναυδος έμεινε το μεσημέρι ένας ψαράς στην πρέβεζα όταν διαπίστωσε, άναυδος ετυμολογία, άναυδος λεξικό γλώσσας εσθονικά, άναυδος στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- άμυνα στα εσθονικά - kaitse, kaitsepoliitika, riigikaitse, kaitse-, kaitseotstarbeliste
- άναρθρος στα εσθονικά - kõnevõimetu, segane, väljendusraskustega, Tumm, lingulaatide, Ebaselge, Sanaton, ...
- άνδρας στα εσθονικά - mees, meest, inimese, inimene, mehe
- άνεμος στα εσθονικά - tuul, tuule, tuuleenergia, tuule-, tuult
Τυχαίες λέξεις
Άναυδος στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: sõnatu, üllatunud, tummaks löödud, Mykistynyt, Sanaton
Μεταφράσεις: sõnatu, üllatunud, tummaks löödud, Mykistynyt, Sanaton