Ένεση στα εσθονικά
Μετάφραση: ένεση, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
süst, sisestamine, injektsioon, süsti, süstimist, süstimise, süstimiseks
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ένεση
ένεση βιταμίνης κ, ένεση στο μάτι, ένεση ινσουλίνης, ένεση ονειροκρίτης, ένεση καμφοράς, ένεση λεξικό γλώσσας εσθονικά, ένεση στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- ένδειξη στα εσθονικά - näit, näitamine, märk, viide, märge, tähise, tähisega, ...
- ένδοξος στα εσθονικά - kuulsusrikas, hiilgav, kuulsusrikka, hiilgava, kuulsusrikast
- ένζυμο στα εσθονικά - ensüüm, ensüümi, ensüümiga, ensüümide
- ένιωθα στα εσθονικά - tundis, aimatav, vilt, tundsin, ma tundsin, tundsin end
Τυχαίες λέξεις
Ένεση στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: süst, sisestamine, injektsioon, süsti, süstimist, süstimise, süstimiseks
Μεταφράσεις: süst, sisestamine, injektsioon, süsti, süstimist, süstimise, süstimiseks