Ακατάστατος στα εσθονικά

Μετάφραση: ακατάστατος, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
päevinäinud, sassis, lohakas, lohakalt, lohakad, Homssuinen, Huolimaton
Ακατάστατος στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ακατάστατος

ακατάστατος κύκλος περιόδου, ακατάστατος λεξικό γλώσσας εσθονικά, ακατάστατος στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • ακατάδεχτος στα εσθονικά - reserveeritud, eemalviibiv, eraldi, upsakas, üleolev, ülbed, upsakad, ...
  • ακατάλληλος στα εσθονικά - kohatu, sobimatu, kõlbmatu, ebasobiv, sobimatud, ebasobivad, kõlbmatud
  • ακατέργαστος στα εσθονικά - toornafta, toores, tooraine, töötlemata, raw, toor
  • ακαταστασία στα εσθονικά - ühepajatoit, häire, korratus, lohakus
Τυχαίες λέξεις
Ακατάστατος στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: päevinäinud, sassis, lohakas, lohakalt, lohakad, Homssuinen, Huolimaton