Αμάξωμα στα εσθονικά

Μετάφραση: αμάξωμα, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
raam, kere, šassii, veod, chassis, raami
Αμάξωμα στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αμάξωμα

αμάξωμα σασί, κινητό αμάξωμα, αμάξωμα αυτοκινήτου, αυτοφερόμενο αμάξωμα, αμάξωμα λεξικό γλώσσας εσθονικά, αμάξωμα στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • αμάθεια στα εσθονικά - ignorantsus, teadmatus, võhiklikkus, teadmatusest, teadmatuse, teadmatust, teadmatuses
  • αμάλγαμα στα εσθονικά - elavhõbesegu, sulam, amalgaami, amalgaam, amalgaamijäätmed, amalgaamplommide
  • αμάραντος στα εσθονικά - Amarant, Amaranth, Amarandi, Rebashein, rebasheina
  • αμέθυστος στα εσθονικά - ametüstpunane, ametüst, Amethyst, ametüstiga, ametüsti, ametüst-
Τυχαίες λέξεις
Αμάξωμα στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: raam, kere, šassii, veod, chassis, raami