Ανισότητα στα εσθονικά
Μετάφραση: ανισότητα, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
ebavõrdsus, võrratus, ebavõrdsuse, ebavõrdsust, ebavõrdsusega, ebavõrdsusest
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανισότητα
ανισότητα στην εποχή της κρίσης θεωρητικές και εμπειρικές διερευνήσεις, ανισότητα jensen, ανισότητα του holder, ανισότητα στην εποχή της κρίσης, ανισότητα cauchy-schwarz, ανισότητα λεξικό γλώσσας εσθονικά, ανισότητα στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- ανικανότητα στα εσθονικά - puue, töövõimetus, võimetus, impotentsus, impotentsuse, impotentsi, impotentsust
- ανιμισμός στα εσθονικά - animism, onanism, animismi, animismis, animismist, animismil
- ανιχνευτής στα εσθονικά - otsija, andur, tajur, rajaleidja, sensor, luuraja, detektor, ...
- ανιχνεύω στα εσθονικά - avastama, märkama, luuraja, rada, treng, järg, otsija, ...
Τυχαίες λέξεις
Ανισότητα στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: ebavõrdsus, võrratus, ebavõrdsuse, ebavõrdsust, ebavõrdsusega, ebavõrdsusest
Μεταφράσεις: ebavõrdsus, võrratus, ebavõrdsuse, ebavõrdsust, ebavõrdsusega, ebavõrdsusest