Αχνίζω στα εσθονικά

Μετάφραση: αχνίζω, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
aur, särts, särin, Sizzle, susisema, Sinist
Αχνίζω στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αχνίζω

αχνίζω λεξικό γλώσσας εσθονικά, αχνίζω στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • αχλάδι στα εσθονικά - pirn, pirni, pirni-, pirnid, pirnide
  • αχλή στα εσθονικά - vine, hägu, uduvine, ähmasus, sumedus, nokkima
  • αχρείος στα εσθονικά - kaabaklik, nurjatu, lurjuslik, kaabakas, lurjus, varganägu, kaabakaks, ...
  • αχρηστεύω στα εσθονικά - vigastama, blokeerima, tegutsemisvõimetuks, teovõimetuks, tegutsemisvõimetuks muutmiseks, teovõimetuks muuta, halvavad
Τυχαίες λέξεις
Αχνίζω στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: aur, särts, särin, Sizzle, susisema, Sinist