Αόριστα στα εσθονικά
Μετάφραση: αόριστα, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
ähmaselt, kuidagi, lõdvalt, nõrgalt, vabalt, lõdvalt maha, lahtiselt
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αόριστα
αόριστα ολοκληρώματα ασκησεις, αόριστα άρθρα ασκήσεις, αόριστα άρθρα, αόριστα και οριστικά άρθρα, αόριστα επίθετα, αόριστα λεξικό γλώσσας εσθονικά, αόριστα στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- αϋπνία στα εσθονικά - unetus, unetuse, unetust, insomnia, insomniat
- αόρατος στα εσθονικά - nähtamatu, nähtamatud, nähtamatuks, nähtamatut, nähtamatute
- αύγουστος. στα εσθονικά - kõrgeauline, august, majesteetlik
- αύξηση στα εσθονικά - kasvama, suurenemine, tõus, suurendama, juurdekasv, suurendada, suurendamiseks, ...
Τυχαίες λέξεις
Αόριστα στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: ähmaselt, kuidagi, lõdvalt, nõrgalt, vabalt, lõdvalt maha, lahtiselt
Μεταφράσεις: ähmaselt, kuidagi, lõdvalt, nõrgalt, vabalt, lõdvalt maha, lahtiselt