Βιομηχανικός στα εσθονικά

Μετάφραση: βιομηχανικός, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
tööstus-, tööstuslik, tööstusliku, tööstus, tööstuslike
Βιομηχανικός στα εσθονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βιομηχανικός

βιομηχανικός εργάτης, βιομηχανικός εξοπλισμός, βιομηχανικός μελανισμός, βιομηχανικός φωτισμός, βιομηχανικός σχεδιασμός σύρος, βιομηχανικός λεξικό γλώσσας εσθονικά, βιομηχανικός στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • βιομήχανος στα εσθονικά - tööstur, industrialist, töösturi, suurtööstur, töösturite
  • βιομηχανία στα εσθονικά - majandusharu, tööstus, usinus, tootmisharu, tööstuse, tööstusharu, tööstusele
  • βιρτουόζος στα εσθονικά - virtuoosne, virtuoos, virtuoosliku, virtuoosset, virtuoso
  • βιόλα στα εσθονικά - kannike, vioola, võõrasema, Viola, vioolale, vioolat, vioolamängija
Τυχαίες λέξεις
Βιομηχανικός στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: tööstus-, tööstuslik, tööstusliku, tööstus, tööstuslike