Δήμευση στα εσθονικά
Μετάφραση: δήμευση, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
võõrandamine, konfiskeerimine, konfiskeerimise, konfiskeerimist, konfiskeerimisotsuse, konfiskeerimisotsus
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δήμευση
δήμευση περιουσιακών στοιχείων, δήμευση καταθέσεων, δήμευση ακινήτου, δήμευση περιουσιών για φοροδιαφυγή, δήμευση λεξικό, δήμευση λεξικό γλώσσας εσθονικά, δήμευση στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- δήλωση στα εσθονικά - lausung, avaldus, seisukohavõtt, avaldust, avaldusega, kinnitus, aruanne
- δήμαρχος στα εσθονικά - meer, linnapea, Mayor, linnapeale
- δήμιος στα εσθονικά - timukas, timuka, timuka oma, Teloittaja
- δήμος στα εσθονικά - nõukogu, volikogu, valla, Township, Township linnas, Elamukrundid, Isle
Τυχαίες λέξεις
Δήμευση στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: võõrandamine, konfiskeerimine, konfiskeerimise, konfiskeerimist, konfiskeerimisotsuse, konfiskeerimisotsus
Μεταφράσεις: võõrandamine, konfiskeerimine, konfiskeerimise, konfiskeerimist, konfiskeerimisotsuse, konfiskeerimisotsus