Διακανονισμός στα εσθονικά

Μετάφραση: διακανονισμός, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
asetus, kokkulepe, asula, lahendamise, lahenduse, arvelduste, arvelduse
Διακανονισμός στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διακανονισμός

διακανονισμός τσμεδε 2014, διακανονισμός ευδαπ, διακανονισμός εφορία, διακανονισμός οαεε, διακανονισμός δεη, διακανονισμός λεξικό γλώσσας εσθονικά, διακανονισμός στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • διαιτητεύω στα εσθονικά - lahendama, vahekohtunikuks, vahekohtunikuna, tegutseks vahekohtunikuna, kes tegutseks vahekohtunikuna
  • διαιτολόγιο στα εσθονικά - maapäev, toitumine, dieet, dieeti, dieedi, toitumise
  • διακεκριμένος στα εσθονικά - prominentne, esileküündiv, silmapaistev, tuntud, olulisem, silmatorkav, olulisi
  • διακηρύσσω στα εσθονικά - pihtima, lauk, pasundama, lõkendama, ergama, loitma
Τυχαίες λέξεις
Διακανονισμός στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: asetus, kokkulepe, asula, lahendamise, lahenduse, arvelduste, arvelduse