Διαχωρισμός στα εσθονικά

Μετάφραση: διαχωρισμός, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
lahutus, eraldumine, lahkuminek, eraldamine, lahuselu, eraldamist, lahususe, eraldatus
Διαχωρισμός στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διαχωρισμός

διαχωρισμός αορτής, διαχωρισμός εκκλησίας κράτους, διαχωρισμός μιγμάτων, διαχωρισμός μιγμάτων και διαλυμάτων, διαχωρισμός ανευρύσματος αορτής, διαχωρισμός λεξικό γλώσσας εσθονικά, διαχωρισμός στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • διαχυτικότητα στα εσθονικά - ülekeevus, joviaalsus, rõõmsameelsus, Hilpeys, Iloisuus
  • διαχωρίζω στα εσθονικά - isoleerima, eraldama, lahti ütlema, lagunevad, lahutada, dissotsieeruvad, dissotsieeruda
  • διαψεύδω στα εσθονικά - Keelata, ümberlükkavat
  • διγαμία στα εσθονικά - bigaamia, kahenaisepidamine, kaksikabielu, Kaksinnaiminen, kahenaisepidamist
Τυχαίες λέξεις
Διαχωρισμός στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: lahutus, eraldumine, lahkuminek, eraldamine, lahuselu, eraldamist, lahususe, eraldatus