Δόκιμος στα εσθονικά
Μετάφραση: δόκιμος, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
õpipoiss, kadett, Cadet, kadeti, politseikadett
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δόκιμος
δόκιμος έφεδρος αξιωματικός wiki, δόκιμος έφεδρος αξιωματικός μισθός, δόκιμος έφεδρος αξιωματικός μονιμοποίηση, δόκιμος αξιωματικός, δόκιμος όρος, δόκιμος λεξικό γλώσσας εσθονικά, δόκιμος στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- δωσιδικία στα εσθονικά - liikuvus, labiilsus, kohtualluvus, jurisdiktsioon, jurisdiktsiooni, kohtualluvuse, pädevus
- δόγμα στα εσθονικά - uskumus, tõekspidamine, õpetus, doktriin, doktriini, õpetust, õpetuse
- δόλιος στα εσθονικά - puiklev, ringiminev, eksitav, valelik, varitsemine, peituvad, hiilib, ...
- δόλος στα εσθονικά - pettus, kavalus, pettusega, pettust, pettusel
Τυχαίες λέξεις
Δόκιμος στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: õpipoiss, kadett, Cadet, kadeti, politseikadett
Μεταφράσεις: õpipoiss, kadett, Cadet, kadeti, politseikadett