Εγκαρτέρηση στα εσθονικά

Μετάφραση: εγκαρτέρηση, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
sihikindlus, visadust, visadus, sihikindlust, järjekindlust
Εγκαρτέρηση στα εσθονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εγκαρτέρηση

εγκαρτέρηση συνώνυμα, εγκαρτέρηση λεξικό γλώσσας εσθονικά, εγκαρτέρηση στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • εγκαινιάζω στα εσθονικά - lahti, avalik, algatama, avama, pidulikult alustama, pidulikult, Avada, ...
  • εγκαλώ στα εσθονικά - hagema, susan, arraign
  • εγκατάλειψη στα εσθονικά - hülgamine, loobumise, loobumine, loobumist, mahajätu
  • εγκατάσταση στα εσθονικά - installatsioon, paigaldamine, paigaldus, paigaldamise, paigaldamist, paigaldusjuhend
Τυχαίες λέξεις
Εγκαρτέρηση στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: sihikindlus, visadust, visadus, sihikindlust, järjekindlust