Ενόχληση στα εσθονικά

Μετάφραση: ενόχληση, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
häirimine, müra, korrarikkumine, ärritaja, tüütus, kiusama, pahameel, nägelus, ebamugavus, tülin, kähmlus, ebameeldivalt, ebamugavustunnet, häiringuid, häiriv
Ενόχληση στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ενόχληση

ενόχληση στους όρχεις, ενόχληση στο στήθος, ενόχληση στο γόνατο, ενόχληση στον λαιμό, ενόχληση στο μάτι, ενόχληση λεξικό γλώσσας εσθονικά, ενόχληση στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • ενυδρείο στα εσθονικά - akvaarium, akvaariumi, Aquarium, akvaariumis, akvaariumi-
  • ενότητα στα εσθονικά - ühtsus, ühtsuse, ühtsust, ühtsusele, ühtsusest
  • ενώ στα εσθονικά - mahv, tuuleviirg, kuigi, kui, samas, samal ajal, ajal
  • ενώνω στα εσθονικά - ühinema, liituma, liituda, ühineda, ühinevad
Τυχαίες λέξεις
Ενόχληση στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: häirimine, müra, korrarikkumine, ärritaja, tüütus, kiusama, pahameel, nägelus, ebamugavus, tülin, kähmlus, ebameeldivalt, ebamugavustunnet, häiringuid, häiriv