Επικουρικός στα εσθονικά

Μετάφραση: επικουρικός, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
tütarettevõte, tütarettevõtja, tütarettevõtte, täiendava, tütarettevõtjale
Επικουρικός στα εσθονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επικουρικός

επικουρικός λεξικό, επικουρικός αγγλικά, επικουρικός ακτινοφυσικός, επικουρικός ιατρός, επικουρικόσ μαστόσ, επικουρικός λεξικό γλώσσας εσθονικά, επικουρικός στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • επικοινωνώ στα εσθονικά - suhtlema, teatama, edastama, suhelda, edastavad
  • επικουρία στα εσθονικά - abi, aitama, abistama, abiga, toetust, toetuse
  • επικράτηση στα εσθονικά - valdavus, levimus, levimuse, esinemissagedus, levimust, esinemissageduse
  • επικρίνω στα εσθονικά - plahvatama, kärkima, kritiseerima, noomima, pragama, kritiseerida, kritiseerivad, ...
Τυχαίες λέξεις
Επικουρικός στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: tütarettevõte, tütarettevõtja, tütarettevõtte, täiendava, tütarettevõtjale