Ευδιάκριτος στα εσθονικά

Μετάφραση: ευδιάκριτος, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
tajutav, eristatav, prominentne, esileküündiv, selge, eraldi, erinevad, erinevat, eraldiseisev
Ευδιάκριτος στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ευδιάκριτος

ευδιάκριτος συνώνυμο, ευδιάκριτοσ συνώνυμα, ευδιάκριτος λεξικό γλώσσας εσθονικά, ευδιάκριτος στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • ευδαιμονία στα εσθονικά - joovastus, nauding, õndsus, õnn, Bliss, õndsust, õndsuse, ...
  • ευδιάθετος στα εσθονικά - lustlik, joviaalne, rõõmsameelne, lõbus
  • ευδοκιμώ στα εσθονικά - edenema, areneda, läbilöömiseks, Elab, jõudsalt areneda
  • ευελπιστώ στα εσθονικά - lootma, lootus, loodan, loodame
Τυχαίες λέξεις
Ευδιάκριτος στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: tajutav, eristatav, prominentne, esileküündiv, selge, eraldi, erinevad, erinevat, eraldiseisev