Θυμάρι στα εσθονικά
Μετάφραση: θυμάρι, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
liivatee, aed-liivatee, tüümian, tüümiani
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: θυμάρι
θυμάρι λευκάδα, θυμάρι φυτό, θυμάρι αφέψημα, θυμάρι πότισμα, θυμάρι του στρέφη, θυμάρι λεξικό γλώσσας εσθονικά, θυμάρι στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- θυελλώδης στα εσθονικά - turbulentne, terav, küüniline, keeriseline, kibestunud, Tuulega, Puuskainen
- θυμάμαι στα εσθονικά - tagastusnõue, meenutama, mäletama, meeles pidama, meeles pidada, pidage meeles
- θυμίαμα στα εσθονικά - viiruk, incense, Suitsukeet, suitsutusrohtu, viiruki
- θυμωμένος στα εσθονικά - ärritunud, hull, tulivihane, põletikuline, pöörane, vihane, vihaseks, ...
Τυχαίες λέξεις
Θυμάρι στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: liivatee, aed-liivatee, tüümian, tüümiani
Μεταφράσεις: liivatee, aed-liivatee, tüümian, tüümiani