Καταφεύγω στα εσθονικά
Μετάφραση: καταφεύγω, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
peavari, varjend, abinõu, Resort, abinõuna, kuurort, võimalusena
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καταφεύγω
καταφεύγω αγγλικά, καταφεύγω english, καταφεύγω στα αγγλικά, καταφεύγω αρχικοί χρόνοι, καταφεύγω συνώνυμο, καταφεύγω λεξικό γλώσσας εσθονικά, καταφεύγω στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- καταφανής στα εσθονικά - silmnähtav, silmatorkav, nähtavale, silmatorkavam, silmatorkavad, selgesti nähtavale
- καταφατικός στα εσθονικά - pooldav, jaatav, kinnitav, jaatavalt, jaatava
- καταφορά στα εσθονικά - nakatamisvõimelisus, vaenulikkus, eostatud, täis, tulvil, pingeline
- καταφρόνια στα εσθονικά - irvitama, solvamine, põlgus, põlgust, lugupidamatust, põlgusega, lugupidamatuse
Τυχαίες λέξεις
Καταφεύγω στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: peavari, varjend, abinõu, Resort, abinõuna, kuurort, võimalusena
Μεταφράσεις: peavari, varjend, abinõu, Resort, abinõuna, kuurort, võimalusena