Κατευνάζω στα εσθονικά

Μετάφραση: κατευνάζω, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
lepitama, leevendama, vaigistama, rahustama, ravimit manustada rauhoittavaa, Kellele ravimit manustada rauhoittavaa, Rahustab, manustada rauhoittavaa
Κατευνάζω στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κατευνάζω

κατευνάζω τα πνεύματα, κατευθύνω συνωνυμο, κατευθύνω βικιλεξικο, κατευνάζω συνώνυμα, κατευνάζω αντωνυμο, κατευνάζω λεξικό γλώσσας εσθονικά, κατευνάζω στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • κατεδαφίζω στα εσθονικά - demonteerima, hävitama, rase, maatasa tegema
  • κατεργάζομαι στα εσθονικά - protsess, kulg, katergazomai
  • κατεύθυνση στα εσθονικά - suund, juhatamine, juhis, suunas, suunda, suuna
  • κατηγορία στα εσθονικά - penikoorem, maksustama, hind, sööstma, süüdistus, kategooria, kategoorias, ...
Τυχαίες λέξεις
Κατευνάζω στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: lepitama, leevendama, vaigistama, rahustama, ravimit manustada rauhoittavaa, Kellele ravimit manustada rauhoittavaa, Rahustab, manustada rauhoittavaa