Κατηγορούμενος στα εσθονικά
Μετάφραση: κατηγορούμενος, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kostja, süüalune, kaebealune, süüdistatav, süüdistatakse, süüdistatava, süüdistatud, süüdistas
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κατηγορούμενος
ονειροκρίτης κατηγορούμενος, δις κατηγορούμενος, κατηγορούμενος συνωνυμο, κατηγορούμενος στα αγγλικά, κατηγορούμενος αγγλικα, κατηγορούμενος λεξικό γλώσσας εσθονικά, κατηγορούμενος στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- κατηγορία στα εσθονικά - penikoorem, maksustama, hind, sööstma, süüdistus, kategooria, kategoorias, ...
- κατηγορηματικός στα εσθονικά - sõnaselge, ennast läbisuruv, veenev, veenva, enesekindla, ennast maksma
- κατηγορώ στα εσθονικά - süüdistama, süü, süüdistada, süüdi, süüd, süüdistamine
- κατηφορίζω στα εσθονικά - kallak, nõlv, allamäge minema
Τυχαίες λέξεις
Κατηγορούμενος στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: kostja, süüalune, kaebealune, süüdistatav, süüdistatakse, süüdistatava, süüdistatud, süüdistas
Μεταφράσεις: kostja, süüalune, kaebealune, süüdistatav, süüdistatakse, süüdistatava, süüdistatud, süüdistas