Κοιμάμαι στα εσθονικά
Μετάφραση: κοιμάμαι, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
uni, rähm, magama, Sleep, une, magada
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κοιμάμαι
κοιμάμαι τον ύπνο του δικαίου, κοιμάμαι πολύ, κοιμάμαι μεγαλώνω νουνου, κοιμάμαι και μεγαλώνω, κοιμάμαι με ανοιχτό στόμα, κοιμάμαι λεξικό γλώσσας εσθονικά, κοιμάμαι στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- κοιλιακός στα εσθονικά - kõhu-, kõhu, kõhuõõne, kõhuvalu, kõhupiirkonna
- κοιλότητα στα εσθονικά - kamber, hambaauk, õõnsus, õõs, koda, süvend, õõnsuse, ...
- κοινά στα εσθονικά - tavapäraselt, tavaliselt, lihtkodanikud, Commons, Commonsi, Commonsis, ühiskasutusega
- κοινοβουλευτικός στα εσθονικά - parlamentaarne, parlamendi, parlamentaarse, parlamentaarset, parlamentaarsete
Τυχαίες λέξεις
Κοιμάμαι στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: uni, rähm, magama, Sleep, une, magada
Μεταφράσεις: uni, rähm, magama, Sleep, une, magada