Κονδύλωμα στα εσθονικά
Μετάφραση: κονδύλωμα, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
sõjalaev, soolatüügas, nibu, tüügaste, kondüloomide, Pahkura
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κονδύλωμα
κονδύλωμα πέους, κονδύλωμα hpv, κονδύλωμα πρωκτού, κονδύλωμα στον τραχηλο, κονδύλωμα wiki, κονδύλωμα λεξικό γλώσσας εσθονικά, κονδύλωμα στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- κομψός στα εσθονικά - elegantne, elegantse, elegantsed, elegantset, elegantses
- κομψότητα στα εσθονικά - elegants, elegantsi, elegance, elegantsiga, elegantsuse
- κονιάκ στα εσθονικά - brändi, konjak, konjakit, konjaki, konjakiga, konjaki-
- κονκάρδα στα εσθονικά - märk, rosett, politseimärk, kokard, Kokardi
Τυχαίες λέξεις
Κονδύλωμα στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: sõjalaev, soolatüügas, nibu, tüügaste, kondüloomide, Pahkura
Μεταφράσεις: sõjalaev, soolatüügas, nibu, tüügaste, kondüloomide, Pahkura