Κράμα στα εσθονικά
Μετάφραση: κράμα, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
sulam, sulami, sulamist, legeeritud, legeerterasest
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κράμα
κράμα χαλκού νικελίου και ψευδαργύρου, κράμα ψευδάργυρου, κράμα αλουμινίου, κράμα χαλκού, κράμα λευκωσία, κράμα λεξικό γλώσσας εσθονικά, κράμα στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- κούφιος στα εσθονικά - õõs, älves, sissevajunud, õõnes, õõnsad, õõnsa, õõnsate, ...
- κράζω στα εσθονικά - imearst, prääksuma, prääks, kriiskama, kiunuma, Kirkaisu, kiunatus, ...
- κράμβη στα εσθονικά - vägistama, raps, vägistamine, vägistamise, rapsi, vägistamist, rape
- κράμπα στα εσθονικά - kramp, halvama, pitskruvi, Perrins, ja liigesevalud, krampi tõmbuvatele
Τυχαίες λέξεις
Κράμα στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: sulam, sulami, sulamist, legeeritud, legeerterasest
Μεταφράσεις: sulam, sulami, sulamist, legeeritud, legeerterasest