Μαινόμενος στα εσθονικά

Μετάφραση: μαινόμενος, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
raevukas, vihaseks, vihastus, raevutses, väga kurjaks, vihastas
Μαινόμενος στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μαινόμενος

βενιζέλος μαινόμενος, μαινόμενος σημασια, ηρακλήσ μαινόμενοσ, μαινόμενος ταύρος, μαινόμενος ορισμός, μαινόμενος λεξικό γλώσσας εσθονικά, μαινόμενος στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • μαθητής στα εσθονικά - õpilane, järgija, jünger, pupill, õppija, õppijate, õppijale, ...
  • μαθητεία στα εσθονικά - praktikavõimalust, praktikakohta, õpipoisi, töö käigus toimuvat, praktikasüsteemi
  • μακάβριος στα εσθονικά - õõvaetav, kaame, õudne, võigas, hõõguvpunane, Karmea, Kaamea, ...
  • μακάρι στα εσθονικά - soovin, ma soovin, Tahan, I would like, soovin ma
Τυχαίες λέξεις
Μαινόμενος στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: raevukas, vihaseks, vihastus, raevutses, väga kurjaks, vihastas