Μεσάζοντας στα εσθονικά

Μετάφραση: μεσάζοντας, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kokkuostja, maakler, maakleri, vahendaja, maaklerite, vahendajana
Μεσάζοντας στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μεσάζοντας

μεσάζοντας λεξικό γλώσσας εσθονικά, μεσάζοντας στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • μερικώς στα εσθονικά - osaliselt, osalt, on osaliselt
  • μερσίνη στα εσθονικά - Mersin, Mersini
  • μεσάζων στα εσθονικά - vahendaja, vahendav, käsi, middleman, vahe käsi
  • μεσάνυχτα στα εσθονικά - kesköö, keskööl, keskööd, keskööni, südaööd
Τυχαίες λέξεις
Μεσάζοντας στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: kokkuostja, maakler, maakleri, vahendaja, maaklerite, vahendajana