Μομφή στα εσθονικά

Μετάφραση: μομφή, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
etteheide, heita, etteheiteid, ette heita, teotuseks
Μομφή στα εσθονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μομφή

μομφή σημαίνει, μομφή βικιπαιδεια, μομφή σημασία, μομφή ορισμός, μομφή συνώνυμο, μομφή λεξικό γλώσσας εσθονικά, μομφή στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • μολύβι στα εσθονικά - pliiats, pencil, pliiatsi, pliiatsit, pliiatsiga
  • μολύνω στα εσθονικά - nakkama, saastama, nakatama, reostama, nakatada, nakatavad, nakatamiseks, ...
  • μονάδα στα εσθονικά - üksus, ühik, komponent, üksuse, ühiku, seade, seadme
  • μονή στα εσθονικά - klooster, kloostrikirik, Abbey, kloostrist, kloostri-
Τυχαίες λέξεις
Μομφή στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: etteheide, heita, etteheiteid, ette heita, teotuseks