Ορδή στα εσθονικά

Μετάφραση: ορδή, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
hord, horde, Hordimale, Rykelmä
Ορδή στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ορδή

χρυσή ορδή, ορδή λεξικό, ορδή ετυμολογία, ορδή συνωνυμα, ορδή βικιλεξικο, ορδή λεξικό γλώσσας εσθονικά, ορδή στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • οργωτής στα εσθονικά - orgotis
  • οργώνω στα εσθονικά - ader, kündma, plough, adra, adra külge
  • ορειβάτης στα εσθονικά - pürgija, mägironija, ronija, Mountaineer, Alpinisti, Hotellid Mountaineer, mägironijal
  • ορειβασία στα εσθονικά - kõrgusevõtt, mägironimine, ronimine, ronida, climbing, ronimis
Τυχαίες λέξεις
Ορδή στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: hord, horde, Hordimale, Rykelmä