Πυκνώνω στα εσθονικά
Μετάφραση: πυκνώνω, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
paksendama, paksenema, paksendamiseks, pakseneda, tihkeneda, paksendada
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πυκνώνω
πυκνώνω αντώνυμο, πυκνώνω ετυμολογία, πυκνώνω συνωνυμο, πυκνώνω συνώνυμο, πυκνώνω λεξικό γλώσσας εσθονικά, πυκνώνω στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- πυκνός στα εσθονικά - paks, tüüakas, Tihe, Jykevä, jässakas, Toetav
- πυκνότητα στα εσθονικά - paksus, tihedus, tihedusega, tiheduse, tihedust, tihedusest
- πυξίδα στα εσθονικά - teostama, taipama, sirkel, kompass, kompassi, kompassid, ilmakaar
- πυρήνας στα εσθονικά - tuum, südamiku, põhilisi, tuuma, core
Τυχαίες λέξεις
Πυκνώνω στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: paksendama, paksenema, paksendamiseks, pakseneda, tihkeneda, paksendada
Μεταφράσεις: paksendama, paksenema, paksendamiseks, pakseneda, tihkeneda, paksendada