Συνοφρυώνομαι στα εσθονικά

Μετάφραση: συνοφρυώνομαι, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
hukkamõist, kortsutama, kulmukortsutus, rypistys, kulmukortsutusest, pahaks
Συνοφρυώνομαι στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συνοφρυώνομαι

συνοφρυώνομαι λεξικο, συνοφρυώνομαι τι σημαινει, συνοφρυώνομαι λεξικό γλώσσας εσθονικά, συνοφρυώνομαι στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • συνορεύω στα εσθονικά - külgnema, piirnema, abut, rajakkain, toetuvad, põkkuma, piirnevad
  • συνουσία στα εσθονικά - suhe, vahekord, suhtlemine, vahekorra, vahekorda, suguühte
  • συνοχή στα εσθονικά - kohesioon, sidusus, ühtekuuluvus, ühtekuuluvuse, ühtekuuluvust, ühtekuuluvuspoliitika, ühtekuuluvusele
  • συνοψίζω στα εσθονικά - kondenseeruma, kondenseerima, tabuleerima, tabeldama, Tabeleid, tabelina, tabulaadid
Τυχαίες λέξεις
Συνοφρυώνομαι στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: hukkamõist, kortsutama, kulmukortsutus, rypistys, kulmukortsutusest, pahaks