Σχετικός στα εσθονικά

Μετάφραση: σχετικός, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
asjakohane, suhteline, suhtelise, suhtelist, suhtelised, suhteliste
Σχετικός στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σχετικός

σχετικόσ υπερθετικόσ, σχετικός και απόλυτος υπερθετικός, σχετικός υπερθετικός βαθμός, σχετικός βαθμός ρευστότητας του ενεργητικού σε σχέση με το παθητικό, σχετικός λόγος πιθανοτήτων, σχετικός λεξικό γλώσσας εσθονικά, σχετικός στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • σχετίζομαι στα εσθονικά - seotud, on seotud, puudutavad, käsitlevad, seonduvad
  • σχετικά στα εσθονικά - suhteliselt, umbes, kohta, ligikaudu, ligi
  • σχηματίζω στα εσθονικά - komme, kujundama, vorm, laad, kujund, hallitus, hallituse, ...
  • σχηματισμός στα εσθονικά - moodustis, formatsioon, rivi, moodustamine, formatsiooni, moodustumist, teket, ...
Τυχαίες λέξεις
Σχετικός στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: asjakohane, suhteline, suhtelise, suhtelist, suhtelised, suhteliste