Υποκύπτω στα εσθονικά

Μετάφραση: υποκύπτω, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
alistuma, vibu, vööri, vöörist, vöör, vööril
Υποκύπτω στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: υποκύπτω

υποκύπτω μετάφραση, υποκύπτω στα γαλλικα, υποκύπτω αγγλικα, υποκύπτω english, υποκύπτω συνώνυμα, υποκύπτω λεξικό γλώσσας εσθονικά, υποκύπτω στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • υποκοριστικός στα εσθονικά - miniatuurne, deminutiiv, tilluke, ypokoristikos
  • υποκρισία στα εσθονικά - silmakirjalikkus, vagatsemine, sõnakõlks, argoo, silmakirjalikkuse, silmakirjalikkust, silmakirjalik, ...
  • υπολείμματα στα εσθονικά - jäänused, jäägid, jääke, jääkide, jääkidest, jääkidega
  • υπολειπόμενος στα εσθονικά - ülejäänud, järelejäänud, allesjäänud, jäänud, veel
Τυχαίες λέξεις
Υποκύπτω στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: alistuma, vibu, vööri, vöörist, vöör, vööril