Υποχρεωτικός στα εσθονικά

Μετάφραση: υποχρεωτικός, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kohustuslik, kohustuslikud, kohustuslikuks, kohustusliku, kohustuslike
Υποχρεωτικός στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: υποχρεωτικός

υποχρεωτικόσ ο κλειδάριθμοσ, υποχρεωτικός εμβολιασμός, υποχρεωτικός αντιθετο, υποχρεωτικός εξοπλισμός σκάφους, υποχρεωτικός στα αγγλικά, υποχρεωτικός λεξικό γλώσσας εσθονικά, υποχρεωτικός στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • υποφερτός στα εσθονικά - talutav, vastuvõetav, väljakannatatav, sufferable
  • υποχρέωση στα εσθονικά - kohustus, obligatsioon, kohustuse, kohustust, kohustusest, kohustatud
  • υποχρεώνω στα εσθονικά - kohustama, kohustada, kohusta, kohustanud, kohustaks
  • υποχωρητικός στα εσθονικά - järeleandlik, pehme, nõuetele, ühilduv, vastavuses, vastavuses Ära, ühilduva
Τυχαίες λέξεις
Υποχρεωτικός στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: kohustuslik, kohustuslikud, kohustuslikuks, kohustusliku, kohustuslike