Άνεση στα ισλανδικά

Μετάφραση: άνεση, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
þægindi, Comfort, herbergis, huggun
Άνεση στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: άνεση

άνεση english, ακουστική άνεση, επική άνεση, οπτική άνεση, θερμική άνεση, άνεση λεξικό γλώσσας ισλανδικά, άνεση στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • άνεμος στα ισλανδικά - vindur, liðast, vindurinn, vindi, vindinn, vind
  • άνεργος στα ισλανδικά - iðjalaus, atvinnulaus, atvinnulausir, atvinnulausra, atvinnulausa, atvinnuleysisskrá
  • άνετος στα ισλανδικά - þægilegur, auðveldur, hægur, þægilegt, þægileg, ánægð, öruggari
  • άνευ στα ισλανδικά - án, án þess, án þess að, ekki, nema
Τυχαίες λέξεις
Άνεση στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: þægindi, Comfort, herbergis, huggun