Άφησα στα ισλανδικά
Μετάφραση: άφησα, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
vinstri, láta, skulum, látið, láttu, að láta
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: άφησα
άφησα ένα δάκρυ μου στην πόρτα σου, άφησα να μην ξέρω κική δημουλά, άφησα να μην ξέρω, άφησα λεξικό γλώσσας ισλανδικά, άφησα στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- άτυχος στα ισλανδικά - óheppinn, óheppið, óheppnir, óheppni, óheppinn að
- άφεση στα ισλανδικά - sjúkdómshlé, fyrirgefningar, bati, fæst fyrirgefning, bati á
- άφθονα στα ισλανδικά - berlega, ríkulega, berlega í, deginum, fullri gnægð
- άφθονος στα ισλανδικά - nóg, mikið, algengari
Τυχαίες λέξεις
Άφησα στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: vinstri, láta, skulum, látið, láttu, að láta
Μεταφράσεις: vinstri, láta, skulum, látið, láttu, að láta