Αγαθό στα ισλανδικά

Μετάφραση: αγαθό, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
gott, góð, góður, vel, góða
Αγαθό στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αγαθό

αγαθό συνωνυμα, αγαθό του πλάτωνα, αγαθό αριστοτέλης, αγαθό giffen, αγαθό συμφέρον και δίκαιο, αγαθό λεξικό γλώσσας ισλανδικά, αγαθό στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • αγέννητος στα ισλανδικά - ófædd, ófætt, ófædda, móðurkviði, óborinn
  • αγαθά στα ισλανδικά - vörur, vöru, vörum, vara, vörurnar
  • αγαθός στα ισλανδικά - góður, vænn, almennilegur, hollur, gott, góð, vel, ...
  • αγαλματάκι στα ισλανδικά - styttu
Τυχαίες λέξεις
Αγαθό στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: gott, góð, góður, vel, góða